- οκταεδρίτης
- ο1. (ορυκτ.) το ορυκτό ανατάσης2. (πετρογρ.) σιδηρομετεωρίτης με περιεκτικότητα 6%-11 % σε νικέλιο και με οκταεδρική κρυσταλλική μορφή.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. octahedrite (< οκτάεδρο + κατάλ. -ίτης)].
Dictionary of Greek. 2013.